Στο ένα χέρι το τιμόνι, στο άλλο χέρι το μπουζούκι - Βολιώτης οδηγός ταξί κυκλοφόρησε cd "Θ"
http://e-thessalia.gr/?p=205298
http://e-thessalia.gr/?p=205298
Βρίσκεται
πίσω από το τιμόνι ενός ταξί πάνω από δύο δεκαετίες. Όταν, όμως, δεν
μεταφέρει επιβάτες στους δρόμους της πόλης, ο Κώστας Ράπτης ασχολείται
με τη…
e-thessalia.gr
****
Στο ένα χέρι το τιμόνι, στο άλλο χέρι το μπουζούκι – Βολιώτης οδηγός ταξί κυκλοφόρησε cd «Θ»
Βρίσκεται
πίσω από το τιμόνι ενός ταξί πάνω από δύο δεκαετίες. Όταν, όμως, δεν
μεταφέρει επιβάτες στους δρόμους της πόλης, ο Κώστας Ράπτης ασχολείται
με τη μεγάλη του αγάπη, που δεν είναι άλλη από το τραγούδι.
Επαγγελματίας οδηγός εδώ και 22 χρόνια, πρόσφατα κυκλοφόρησε την πρώτη
μουσική συλλογή με τίτλο «Τραγούδια του δρόμου». Το cd περιλαμβάνει 12
τραγούδια, με τον Βολιώτη καλλιτέχνη να έχει γράψει τόσο τους στίχους,
όσο και τη μουσική.
Το στέκι του
είναι η πλατεία Ελευθερίας, όπου χρόνια τώρα έχει επιλέξει τη
συγκεκριμένη πιάτσα ταξί. Στο ταμπλό του αυτοκινήτου βρίσκεται
ακουμπισμένο το αγαπημένο του μπουζούκι, πιστός σύντροφός του από παιδί,
ενώ δίπλα από το τιμόνι του οδηγού είναι ακουμπισμένα τα τετράδια με
τις σημειώσεις του. Οι σελίδες τους γεμάτες από στίχους, με τον Κώστα
Ράπτη πριν από λίγο καιρό να μελοποιεί αγαπημένα του τραγούδια και να
κάνει πραγματικότητα ένα όνειρο ετών.
Για πρώτη φορά έπιασε ένα μουσικό όργανο στα χέρια του την εποχή που πήγαινε σχολείο. «Μαθητής ήμουν ακόμη. Στην αρχή έπαιξα κιθάρα, μετά πήρε σειρά το μπουζούκι. Πρώτη φορά πήγα στο ωδείο του Μπάμπη Κεχαΐδη. Στα 22 χρόνια μου είχα δασκάλα την αείμνηστη Κική Μόρφη, μία εξαιρετική υψίφωνο. Κάναμε μαθήματα στο σπίτι, θεωρία και φωνητική, ενώ στη συνέχεια με έπαιρνε μαζί της σε όποια χορωδία πήγαινε, όπως ήταν η Απολλώνειος. Γενικότερα είχα ακούσματα μέσα στο σπίτι, ακόμη και μετά που φύγαμε από τη Σούρπη, όπου γεννήθηκα και ήρθαμε στο Βόλο. Η μάνα μου, η οποία ήταν από την Ήπειρο, είχε πολύ καλή φωνή. Της άρεσαν τα παραδοσιακά, ενώ και ο πατέρας μου τραγουδούσε», σημείωσε ο Κώστας Ράπτης. «Η μουσική είναι μέσα στο αίμα μου. Δεν το αποκλείω, όταν βγήκα από την κοιλιά της μάνας μου, να γεννήθηκα τραγουδώντας», συμπλήρωσε γελώντας.
Το επόμενο βήμα του ήταν να εμφανιστεί για πρώτη φορά στο πάλκο: «Όταν ήμουν 23 ετών, είπα να ασχοληθώ επαγγελματικά με το τραγούδι. Βέβαια έπειτα από λίγο καιρό τα παράτησα, δεν μου άρεσε η νύχτα. Μου προτείνουν καταστηματάρχες να πάω να τραγουδήσω σε κάποιο ταβερνάκι. Δεν μπορώ όμως να βάζω εγώ την ψυχή μου πάνω στο πάλκο και οι άλλοι από κάτω να ασχολούνται με το φαγητό τους. Δεν μπορώ, δεν το αντέχω. Προτιμώ να τραγουδάω αυτά που θέλω και με τον τρόπο που επιλέγω ο ίδιος».
Βέβαια, η μεγάλη του αγάπη παραμένει η στιχουργική, ενώ στη συνέχεια άρχισε να μελοποιεί τα τραγούδια του: «Στίχους έγραφα από το γυμνάσιο, αλλά δεν έδινα μεγάλη σημασία τότε. Θυμάμαι τους πρώτους στίχους που πήρα στα σοβαρά, τους έγραφα στην πίσω πλευρά από τα αποκόμματα του μπλοκ αποδείξεων που είχαμε παλιά στο ταξί. Είχα πάνω από 200 τραγούδια και αναρωτήθηκα τι θα γίνει. Έτσι αποφάσισα να γράψω μόνος μου τη μουσική. Στρώθηκα, αν και στην αρχή μου φάνηκε δύσκολο».
Ο Κώστας Ράπτης κάθεται και γράφει ακόμη κι όταν βρίσκεται πάνω στο ταξί: «Ο λόγος που ο τίτλος του cd είναι «Τραγούδια του δρόμου», είναι γιατί όλα γράφτηκαν στους δρόμους της πόλης. Όταν είμαι στην πιάτσα, κάθομαι και παίζω. Είναι ένα θέαμα που οι συνάδελφοί μου έχουν συνηθίσει. Αν με δούνε χωρίς το μπουζούκι, θα αναρωτηθούνε ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά. Έχω κι ένα σπίτι στο χωριό της γυναίκας μου, το Κεραμίδι. Κάτω στη θάλασσα. Με βοηθάει όταν πηγαίνω εκεί. Δίπλα στη φύση ηρεμώ απίστευτα, απομονώνομαι. Καθαρίζει η σκέψη μου. Πολλές φορές όμως έχω ξυπνήσει και μέσα στον ύπνο μου για να γράψω ένα στιχάκι. Όπως όλοι οι άνθρωποι που γράφουν. Η έμπνευση σου έρχεται εκεί που δεν το περιμένεις. Δεν πατάς το κουμπί και σου έρχεται η ιδέα».
Όσο για το πού αντλεί την έμπνευσή του; Ο Βολιώτης τραγουδοποιός εξομολογείται: «Ακόμη κι ένας περαστικός μπορεί να με εμπνεύσει. Έχω τραγούδια που οι στίχοι τους είναι παρμένοι από τη ζωή. Από όσα ζούμε καθημερινά, τους αναστεναγμούς του κόσμου». Στη συνέχεια αναφέρθηκε στις αντιδράσεις των επιβατών, όταν βλέπουν το μπουζούκι πλάι του: «Οι πελάτες πάντοτε θετικά αντιδρούν. Ο Έλληνας αγαπάει τη μουσική. Όποιος θέλει να προμηθευτεί κάποιο cd, είμαι σταθερά στην πλατεία Ελευθερίας και πάντα έχω αντίτυπα μαζί μου. Κάνουν πέντε ευρώ. Δεν κερδίζεις χρήματα από τη μουσική σήμερα. Απλά προσπαθώ να συγκεντρώσω ένα μέρος των εξόδων για το δεύτερο cd που θέλω να κυκλοφορήσω».
Πριν από δύο χρόνια πέρασε για πρώτη φορά το κατώφλι ενός στούντιο ηχογράφησης. «Πλέον είχε φτάσει η κατάλληλη στιγμή. Έτσι διάλεξα 12 τραγούδια. Δεν είναι μόνο λαϊκά, ακουμπάνε και στο έντεχνο. Έχω και τρεις μπαλάντες. Οι δύο με ακορντεόν και η άλλη με τσέλο. Ήθελα μία ποικιλία κι έβαλα αυτά τα όργανα, όπως με πρότεινε ο φίλος και μαέστρος Γιώργος Διαμαντόπουλος», είπε ο Κώστας Ράπτης, για να κλείσει εκφράζοντας τις ευχαριστίες του στον μουσικό Δημήτρη Ντάμπλια, ο οποίος έπαιξε τις περισσότερες εισαγωγές στα τραγούδια του cd.
Για πρώτη φορά έπιασε ένα μουσικό όργανο στα χέρια του την εποχή που πήγαινε σχολείο. «Μαθητής ήμουν ακόμη. Στην αρχή έπαιξα κιθάρα, μετά πήρε σειρά το μπουζούκι. Πρώτη φορά πήγα στο ωδείο του Μπάμπη Κεχαΐδη. Στα 22 χρόνια μου είχα δασκάλα την αείμνηστη Κική Μόρφη, μία εξαιρετική υψίφωνο. Κάναμε μαθήματα στο σπίτι, θεωρία και φωνητική, ενώ στη συνέχεια με έπαιρνε μαζί της σε όποια χορωδία πήγαινε, όπως ήταν η Απολλώνειος. Γενικότερα είχα ακούσματα μέσα στο σπίτι, ακόμη και μετά που φύγαμε από τη Σούρπη, όπου γεννήθηκα και ήρθαμε στο Βόλο. Η μάνα μου, η οποία ήταν από την Ήπειρο, είχε πολύ καλή φωνή. Της άρεσαν τα παραδοσιακά, ενώ και ο πατέρας μου τραγουδούσε», σημείωσε ο Κώστας Ράπτης. «Η μουσική είναι μέσα στο αίμα μου. Δεν το αποκλείω, όταν βγήκα από την κοιλιά της μάνας μου, να γεννήθηκα τραγουδώντας», συμπλήρωσε γελώντας.
Το επόμενο βήμα του ήταν να εμφανιστεί για πρώτη φορά στο πάλκο: «Όταν ήμουν 23 ετών, είπα να ασχοληθώ επαγγελματικά με το τραγούδι. Βέβαια έπειτα από λίγο καιρό τα παράτησα, δεν μου άρεσε η νύχτα. Μου προτείνουν καταστηματάρχες να πάω να τραγουδήσω σε κάποιο ταβερνάκι. Δεν μπορώ όμως να βάζω εγώ την ψυχή μου πάνω στο πάλκο και οι άλλοι από κάτω να ασχολούνται με το φαγητό τους. Δεν μπορώ, δεν το αντέχω. Προτιμώ να τραγουδάω αυτά που θέλω και με τον τρόπο που επιλέγω ο ίδιος».
Βέβαια, η μεγάλη του αγάπη παραμένει η στιχουργική, ενώ στη συνέχεια άρχισε να μελοποιεί τα τραγούδια του: «Στίχους έγραφα από το γυμνάσιο, αλλά δεν έδινα μεγάλη σημασία τότε. Θυμάμαι τους πρώτους στίχους που πήρα στα σοβαρά, τους έγραφα στην πίσω πλευρά από τα αποκόμματα του μπλοκ αποδείξεων που είχαμε παλιά στο ταξί. Είχα πάνω από 200 τραγούδια και αναρωτήθηκα τι θα γίνει. Έτσι αποφάσισα να γράψω μόνος μου τη μουσική. Στρώθηκα, αν και στην αρχή μου φάνηκε δύσκολο».
Ο Κώστας Ράπτης κάθεται και γράφει ακόμη κι όταν βρίσκεται πάνω στο ταξί: «Ο λόγος που ο τίτλος του cd είναι «Τραγούδια του δρόμου», είναι γιατί όλα γράφτηκαν στους δρόμους της πόλης. Όταν είμαι στην πιάτσα, κάθομαι και παίζω. Είναι ένα θέαμα που οι συνάδελφοί μου έχουν συνηθίσει. Αν με δούνε χωρίς το μπουζούκι, θα αναρωτηθούνε ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά. Έχω κι ένα σπίτι στο χωριό της γυναίκας μου, το Κεραμίδι. Κάτω στη θάλασσα. Με βοηθάει όταν πηγαίνω εκεί. Δίπλα στη φύση ηρεμώ απίστευτα, απομονώνομαι. Καθαρίζει η σκέψη μου. Πολλές φορές όμως έχω ξυπνήσει και μέσα στον ύπνο μου για να γράψω ένα στιχάκι. Όπως όλοι οι άνθρωποι που γράφουν. Η έμπνευση σου έρχεται εκεί που δεν το περιμένεις. Δεν πατάς το κουμπί και σου έρχεται η ιδέα».
Όσο για το πού αντλεί την έμπνευσή του; Ο Βολιώτης τραγουδοποιός εξομολογείται: «Ακόμη κι ένας περαστικός μπορεί να με εμπνεύσει. Έχω τραγούδια που οι στίχοι τους είναι παρμένοι από τη ζωή. Από όσα ζούμε καθημερινά, τους αναστεναγμούς του κόσμου». Στη συνέχεια αναφέρθηκε στις αντιδράσεις των επιβατών, όταν βλέπουν το μπουζούκι πλάι του: «Οι πελάτες πάντοτε θετικά αντιδρούν. Ο Έλληνας αγαπάει τη μουσική. Όποιος θέλει να προμηθευτεί κάποιο cd, είμαι σταθερά στην πλατεία Ελευθερίας και πάντα έχω αντίτυπα μαζί μου. Κάνουν πέντε ευρώ. Δεν κερδίζεις χρήματα από τη μουσική σήμερα. Απλά προσπαθώ να συγκεντρώσω ένα μέρος των εξόδων για το δεύτερο cd που θέλω να κυκλοφορήσω».
Πριν από δύο χρόνια πέρασε για πρώτη φορά το κατώφλι ενός στούντιο ηχογράφησης. «Πλέον είχε φτάσει η κατάλληλη στιγμή. Έτσι διάλεξα 12 τραγούδια. Δεν είναι μόνο λαϊκά, ακουμπάνε και στο έντεχνο. Έχω και τρεις μπαλάντες. Οι δύο με ακορντεόν και η άλλη με τσέλο. Ήθελα μία ποικιλία κι έβαλα αυτά τα όργανα, όπως με πρότεινε ο φίλος και μαέστρος Γιώργος Διαμαντόπουλος», είπε ο Κώστας Ράπτης, για να κλείσει εκφράζοντας τις ευχαριστίες του στον μουσικό Δημήτρη Ντάμπλια, ο οποίος έπαιξε τις περισσότερες εισαγωγές στα τραγούδια του cd.
ΓΟΥΡΙ, Κώστα! Μόνο του ήρθε το μπλε! Τ' αφήνω!Καλοτάξιδο και πάμε στ' άλλο, με Υγεία και δουλειά! Σκόρδα!
ΑπάντησηΔιαγραφή